Το σαββατοκύριακο της Πρωτομαγιάς, στο αποκορύφωμα των συζητήσεων για τα οικονομικά μέτρα, το πέρασα στην Αίγινα. Στη βαθύσκιωτη καφετέρια κάτω από τον ναό της Αφαίας δεν υπήρχε νερό στις τουαλέτες. Οι λιγοστοί επισκέπτες, που κατέβαιναν κάθιδροι από την περιδιάβασή τους στον ναό κάτω από τον ζεστό ήλιο, δυσανασχέτησαν. «Θα μας κόψουν και το νερό τώρα;» είπε κάποιος. Ισως ο άνθρωπος αγνοούσε το χρόνιο πρόβλημα του νησιού με το νερό, ήταν όμως φανερό πού αναφερόταν με εκείνο το εμφατικό «τώρα».
Στους αρχαιολογικούς χώρους μπορεί κανείς να ακούσει όλων των ειδών τις συζητήσεις, από προβλήματα με τις οικιακές βοηθούς ως καυγάδες για το ποδόσφαιρο. Αλλά κανένας αρχαιολογικός χώρος δεν μπορεί να έχει φιλοξενήσει τόσα σχόλια και τόση μέριμνα για τα οικονομικά πράγματα όσα ο περίβολος της Αφαίας εκείνο το σαββατοκύριακο. Στον ίσκιο του υπέροχου ναού η ομορφιά του περίγυρου αποδείχτηκε ανίσχυρη θωράκιση για τις εκρηκτικές ειδήσεις όπου το ευρώ κυριαρχούσε σαρωτικά.
Δικαίως. Από όλους τους τόπους όσους ταλανίζουν αυτόν τον καιρό οι τύχες του ευρωπαϊκού νομίσματος η Αίγινα δικαιούται να είναι
το παγκόσμιο κέντρο της ανησυχίας: το πρώτο ευρώ της ιστορίας είδε το φως στα χώματά της. Ηταν η περίφημη ασημένια δραχμή των μέσων του 7ου αιώνα π.Χ., το πρώτο ελληνικό νόμισμα, προϊόν του νομισματοκοπείου που φέρεται να ίδρυσε στο νησί ο Φείδων, τύραννος ή βασιλιάς του Αργους. Στη μία του πλευρά το νόμισμα απεικόνιζε θαλάσσια χελώνα, εξού και η ονομασία του, «χελώνα».
Από τις αρχαίες πηγές προκύπτουν αντιφάσεις και ασάφειες για τις χρονολογίες, τα πρόσωπα και τις άλλες λεπτομέρειες του ζητήματος, ενώ και οι νεότεροι μελετητές δεν ομονοούν ως προς αυτά. Το γεγονός είναι ότι η «χελώνα» είχε μεγάλη πέραση στην εποχή της. Αλλοτε πίστευαν ότι ήταν το πρώτο νόμισμα που κόπηκε στον κόσμο. Η αλήθεια είναι ότι στην κοπή νομίσματος είχαν προηγηθεί κατά μερικά χρόνια η μικρασιατική Λυδία και σχεδόν ταυτόχρονα η Κίνα.
Η Αίγινα ωστόσο ήταν την εποχή εκείνη αδιαμφισβήτητη θαλασσοκράτειρα και οι εμπορικές δραστηριότητές της απλώνονταν σε μεγάλο μέρος του ελληνικού χώρου και ακόμη μακρύτερα, ως την Αίγυπτο. Το νόμισμά της κυριαρχούσε αδιαμφισβήτητο και ήταν το μόνο που αναγνωριζόταν καθολικά σε όλην αυτή την περιοχή. Αν δεν ήταν το πρώτο του κόσμου, ήταν το πρώτο του δυτικού κόσμου και το πρώτο διεθνές.
Αλίμονο όμως, τα νομίσματα, όπως και τα βιβλία, habent sua fata. Οταν η Αθήνα κυρίευσε την Αίγινα και την αντικατέστησε ως θαλασσοκράτειρα, η δραχμή της απέσπασε τα πρωτεία από την αιγινίτικη, η οποία ωστόσο δεν παραδόθηκε εύκολα αλλά αντιστάθηκε σθεναρά και εξακολούθησε να δεσπόζει στις διεθνείς συναλλαγές επί μακρόν. Στο τέλος όμως υπέκυψε.
Ποιος ξέρει αν και ποιοι μηχανισμοί στήριξης της αιγινίτικης δραχμής επινοήθηκαν τότε, ποιο ΕΝΤ (Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο) σαν το υπό ίδρυσιν. Και ποιός ξέρει αν επτακόσια τόσα δισεκατομμύρια «χελώνες» δεν πήγαν στον βρόντο, δηλαδή στα θυλάκια των κερδοσκόπων, οι οποίοι ασφαλώς καραδοκούσαν και τότε, όπως διδάσκει η αρχαία εκείνη νομισματική πάλη.