ΑΙΓΙΝΑ, ΓΗ ΠΕΤΡΑΣ: Γεωλογία, λατομεία, αρχιτεκτονική
Ετσι ξεκινήσαμε τις επισκέψεις από τη μια σε σημαντικά πρόσωπα του νησιού που είχαν τη διάθεση να μας εμπλουτίσουν με τις γνώσεις τους, όπως η κυρία Θανοπούλου Κατερίνα και η κυρία Κουλικούρδη Γωγώ και από την άλλη πραγματοποιήσαμε επιτόπου μεταβάσεις και εξερευνήσαμε τόπους, όπου λειτουργούσαν παλιά λατομεία. Μια τέτοια εξόρμηση ήταν στην Κουταλού στα Βροχεία, όπου με ξεναγό το Γιώργο Μαλτέζο είδαμε από κοντά πώς ήταν τα παλιά λατομεία.
Αλλη σημαντική εξόρμηση της ομάδας μας ήταν η επίσκεψη που κάναμε στο σπίτι του Παντελή Τζώνη. Μεγάλη ήταν η εμπειρία της ομάδας από την επαφή μας μ' αυτούς τους δύο μαστόρους της πέτρας. Μας έδωσαν πολλά στοιχεία και για τα λατομεία αλλά και για τη ζωή των λατόμων και τις συνήθειες τους.
Τέλος η επίσκεψη που πραγματοποιήσαμε στο μουσείο Καπράλου και η ξενάγηση μας από το Γιάννη Κλινάκη μας έδωσε την ευκαιρία από τη μια να θαυμάσουμε τα γλυπτά τον Καπράλου και να αισθανθούμε περηφάνεια που στο νησί μας υπάρχει ένα τέτοιο μουσείο και από την άλλη να δούμε τη χρήση της πέτρας και ιδιαίτερα του Αιγινήτικου πωρόλιθου στην τέχνη.
Στις 14/5/99 η περιβαλλοντική μας ομάδα πραγματοποίησε εκδρομή στη Μονεμβασιά και στη Μάνη. Ετσι επισκεφτήκαμε έναν τόπο, που έχει χτιστεί αποκλειστικά με πέτρα και επιτύχαμε να κάνουμε συγκριτική μελέτη στα πλαίσια της έρευνας μας.
Θα ήταν παράλειψη όμως να μην αναφέρουμε ότι η εκδρομή αυτή μας έδωσε την ευκαιρία να ζήσουμε δυο ολόκληρες μέρες μαζί και να δεθούμε ακόμα περισσότερο.
Μαρτυρία Γωγώς Κουλικούρδη
Η πέτρα έχει συνδεθεί άμεσα με την ιστορία της Αίγινας. Οι Αιγινήτες έκαναν εξόρυξη και εξαγωγή πουριού μυλόπετρας και κανατιών από "πασπάρα". Χάρη στα πολλά λατομεία της Αίγινας το εμπόριο είχε μεγάλη άνοδο και έγινε γρήγορα πανμεσογειακό. Οι κυριότεροι εμπορικοί δρόμοι ήταν από την Αίγινα προς την Αττική, την Κρήτη και την Πελοπόννησο.
Μαυρόπετρα μεταφερόταν στην Κρήτη από τις Πόρτες (Porto) για να χτιστούν τα Βενετσιάνικα τείχη και κτίρια, από το 1600 και μετά.
Η μαυρόπετρα υπάρχει στις ψηλές περιοχές του νησιού ενώ το πουρί πιο χαμηλά. Η πλευρά του βουνού στην οποία κυλούσαν οι πέτρες μετά την εξόρυξη και όπου τις επεξεργάζονταν, ονομαζόταν κατρακύλα. Στο νησί τα κυριότερα λατομεία βρίσκονταν στην
Πασπάρα, το Λεόντι και το Λειβάδι. Εκεί βρέθηκαν και οι τάφοι των Σαλαμινομάχων όπου σήμερα υπάρχουν πολλοί λάκκοι που είναι επιφανειακά λατομεία πωρόλιθων. Από εκεί πήραν το πουρί και έφτιαξαν διάφορα αρχαία μνημεία.Τα περισσότερα αρχαία μνημεία της Αθήνας και της Κορίνθου του 6ου αιώνα είναι φτιαγμένα από Αιγινήτικο πουρί. Επίσης πολλά από τα παραδοσιακά σπίτια στον Πειραιά, στην Αθήνα, στον Πόρο και στην Αίγινα ήταν φτιαγμένα από πουρί το οποίο έβγαζαν από αρχαίους Ναούς όπως για παράδειγμα από τη βάση του ναού του Απόλλωνα.
Στην Αίγινα, η αναπαλαίωση των σπιτιών της Παχιοράχης έγινε από πουρί. Επίσης πολλές εκκλησίες όπως η Παναγία η Μυρτιδιώτισσα, η όμορφη εκκλησιά ακόμη και οι εκκλησίες της Παλιαχώρας είναι φτιαγμένες από πουρί.
Οι γλύπτες της Αίγινας από την αρχαιότητα δούλευαν πολύ το πουρί και το χαλκό και έκαναν και εξαγωγές στην Ιταλία και τη Μικρά Ασία. Τα γλυπτά αυτά είχαν μεγάλη φήμη. Ο Καπράλος και ο Νικολάου, γνωστοί σύγχρονοι γλύπτες, έφτιαξαν πολλά γλυπτά τους από πουρί Το γλυπτό της Πίνδου, από τις σημαντικότερες συνθέσεις του Καπράλου, είναι φτιαγμένο όλο από πουρί.
Γεωλογική σύσταση εδαφών Αίγινας
Μορφολογία Πετρωμάτων
Η Αίγινα αποτελεί δημιούργημα των τελευταίων τεκτονικών διαταραχών του Καινοζωικού αιώνα και η δημιουργία της συνδέεται άμεσα με τις τεκτονικές δράσεις στην Αττική, με την οποία, άλλωστε, ήταν συνδεδεμένη τότε. Όμως, κατά το τέλος της Πλειοκαίνου, διαρρήξεις τόσο στην Αίγινα, όσο και στην απέναντι ακτή της Πελοποννήσου, είχαν ως αποτέλεσμα τη διείσδυση της θάλασσας σε πολλά σημεία και την επακόλουθη εξαφάνιση της λίμνης στην περιοχή του Μεσαγρού, την αποκοπή της Αίγινας από την Αττική, καθώς και τη δημιουργία των δύο ηφαιστειακών κέντρων της ευρύτερης περιοχής, της Αίγινας και των Μεθάνων.
Το γεωμορφολογικό ανάγλυφο του νησιού μας έχει διαμορφωθεί κάτω από τη συνισταμένη δράση τριών κυρίων παραγόντων, της τεκτονικής δράσης, της λιθολογικής του σύστασης και του κλίματος.
Η τεκτονική έπαιξε καταλυτικό ρόλο, καθώς, όπως είδαμε, οι τεκτονικές διαταραχές στην περιοχή ήταν αρκετές και έντονες. Το κλίμα έχει, επίσης, επιδράσει σημαντικά ωστόσο, λόγω της μικρής έκτασης της νήσου, αυτό θεωρείται ομοιόμορφο και ως εκ τούτου δε δικαιολογεί τις όποιες διαφοροποιήσεις παρουσιάζονται στο ανάγλυφο.
Για να αιτιολογηθούν αυτές οι διαφορές, οφείλουμε να ανατρέξουμε στη λιθολογική σύσταση του νησιού, η οποία ποικίλει από περιοχή σε περιοχή και στην οποία θα αναφερθούμε εκτενέστερα ευθύς αμέσως.
Η Αίγινα μπορεί να διαιρεθεί σε 4 γεωμορφολογικές ενότητες:
• Την ομαλή παράκτιο βόρεια περιοχή, στην οποία ανήκει η βορειοδυτική γωνία του νησιού.
• Τις ασβεστολιθικές οροσειρές του βορειοκεντρικού τμήματος, όπου συναντούμε τους λόφους Αγ.Μηνάς, Δραγωνέρα, Τσιντράρη, Παλιόμυλοι και Παρλιάγκος.
• Την κεντρική υψηλή περιοχή, η οποία χαρακτηρίζεται από το οροπέδιο της μονής Χρυσολεόντισσας.
• Το νότιο τμήμα, όπου κυριαρχεί το Ορος.
Με βάση την ηλικία τους, τα πετρώματα, τα οποία αποτελούν την Αίγινα, εμφανίζονται ως εξής:
1. Μεσοζωικά στρώματα.
Αυτά χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες.
•Το κατώτερο Κρητιδικό.
•Το ανώτερο Κρητιδικό.
2. Η κατώτερη νεογενής σειρά.
3. Οι λάβες της πρώτης ηφαιστειακής περιόδου.
4. Η ανώτερη νεογενής σειρά.
5. Οι λάβες της δεύτερης ηφαιστειακής περιόδου.
6. Ο ψαμμιτομαργαϊκός ασβεστόλιθος ή πωρόλιθος.
7. Οι τεταρτογενείς αποθέσεις.
Κατώτερο Κρητιδικό
Είναι τα αρχαιότερα λιθολογικά στρώματα της Αίγινας και εμφανίζονται στη βόρεια ακτή, κοντά στον όρμο της Σουβάλας, όπου σχηματίζουν ορισμε'να βραχώδη ακρωτήρια. Αποτελούνται από ασβεστολιθικούς και ψαμμιτικούς σχιστολίθους και έχουν χρωματικές αποχρώσεις, που κυμαίνονται από το ανοιχτό μπεζ έως το καφέ. Η δημιουργία τους τοποθετείται στο κατώτερο Κρητιδικό.
Ανώτερο Κρητιδικό
Τα πετρώματα της εποχής αυτής συνίστανται, κυρίως, από ασβεστόλιθους χρώματος κυανού έως λευκοκίτρινου. Χαρακτηρίζονται από την σκληρότητά τους και σχηματίζουν 'παχιά' στρώματα. Παρατηρούνται, ακόμη, ρουδιστές και σχιστοψαμμιτο-κερατολιθικές σειρές. Θεωρούνται ότι αποτελούν την προέκταση των αντίστοιχων πετρωμάτων των Μεθάνων και του Αγκιστρίου. Εντοπίζονται στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού, όπου και σχηματίζουν, εν μέρει, τους λόφους Δραγωνέρα, Παρλιάγκος, Παλιόμυλοι, αυτούς του ναού της Αφαίας, καθώς και τη νήσο Μονή.
Κατώτερη νεογενής σειρά
Τα πετρώματα της σειράς αυτής επικάλυψαν τα ασβεστολιθικά του ανώτερου Κρητιδικού. Αποτελούνται από ένα βασικό κροκαλοπαγές από κερατολίθους και από τέφρες και λευκοκίτρινες μάργες, οι οποίες προέρχονται από τις τότε υφιστάμενες λίμνες. Οι μάργες αυτές εμφανίζονται στη βόρεια ακτή, σε μερικές απότομες ακτές κοντά στη Σουβάλα, σε ορισμένους απότομους και βαθείς χείμαρρους, στους λόφους Δραγωνέρα, Παλιόμυλοι και στο ρέμα του Μεσαγρού, στην περιοχή του Αγ. Θωμά.
Λάβες πρώτης ηφαιστειακής περιόδου
Κατά την πρώτη ηφαιστειακή περίοδο, από μεμονωμένες ηφαιστειακές εκχύσεις, οι οποίες στη συνέχεια ενώθηκαν και σχημάτισαν μία ενιαία μάζα, δημιουργήθηκαν οι μεγάλες μάζες των ηφαιστειακών πετρωμάτων. Τα εν λόγω πετρώματα αποτελούνται από κερο-στιλβικούς δακιτοειδείς και έχουν χρώμα ανοικτό και σκούρο λευκό. Συναντώνται στις τοποθεσίες Κοκκινόβραχος, Κακοπέρατο και σε αρκετά ακόμη σημεία του νησιού μας.
Αξίζει να σημειωθεί πως τα ασβεστολιθικά πετρώματα στην περιοχή Δραγωνέρα - Παλιόμυλοι καλύφθηκαν από τις ηφαιστειακές εκχύσεις και η διάβρωση του καλύμματος αυτού είχε ως συνέπεια την εμφάνιση μικρών μεμονωμένων υπολειμμάτων, όπως το 'Σπασμένο βουνό' και ο λόφος του Αγ.Θωμά.
Ανώτερη νεογενής σειρά
Τα πετρώματα, που δημιουργήθηκαν σε αυτή την χρονική περίοδο, επικάλυψαν αυτά της πρώτης ηφαιστειακής περιόδου. Συνίστανται από μάργες πρασινόλευκου χρώματος και από τοφφούς. Η ανώτερη νεογενής σειρά κάνει έντονη την εμφάνισή της στην ανατολική ακτή του νησιού, στη θέση Απόνησα και στον Κακοπόταμο, αλλά και στη δυτική ακτή, στο βόρειο τμήμα του όρμου του Μαραθώνα και στον Αγ.Βασίλη. Τέλος, ε'χουμε σποραδικές εμφανίσεις τους σε παλιά ρέματα, σε μεγάλο βάθος στο εσωτερικό του νησιού. Το σημαντικό των πετρωμάτων της ανώτερης νεογενούς σειράς έγκειται στο γεγονός ότι είναι σχετικά πλούσια σε πλήθος, αλλά και σε είδος απολιθωμάτων. Η χαρακτηριστικότερη τοποθεσία είναι ο όρμος της Αγ.Μαρίνας.
Λάβες δεύτερης ηφαιστειακής περιόδου
Η περίοδος αυτή, όπως προκύπτει από γεωλογικές μελέτες σχετικές με την αλληλουχία των πετρωμάτων, ξεκίνησε κατά τον Πλειόκαινο και ολοκληρώθηκε με το τέλος αυτού. Τα κύρια συστατικά των πετρωμάτων είναι οι αυγιτικοί ανδεσίτες και οι κεροστιλβικοί αυγιτικοί ανδεσίτες. Είναι πετρώματα σκοτεινού χρώματος, τα οποία διακρίνονται εύκολα από τις λάβες της πρώτης ηφαιστειακής περιόδου, πάνω στις οποίες έχουν αποτεθεί σε πολλά σημεία. Εμφανίζονται, κυρίως, στην περιοχή του Όρους και στο νότιο και κεντρικό τμήμα του νησιού.
Ψαμμιτομαργαϊκοί ασβεστόλιθοι ή πωρόλιθοι
Οταν τελείωσε η ηφαιστειακή δραστηριότητα, το βόρειο μισό του νησιού σκεπάστηκε από τη θάλασσα. Τότε, το ήδη υπάρχον ανάγλυφο καλύφθηκε από το ανωτέρω πέτρωμα έως το υψόμετρο των διακοσίων (200) μέτρων. Εντοπίζεται στον όρμο της Αγ.Μαρίνας, όπου και καλύπτει τα πετρώματα της ανώτερης νεογενούς σειράς, και εκτείνεται βορειοδυτικά έως το ναό της Αφαίας. Είναι αυτονόητο ότι απουσιάζει εντελώς από το νότιο τμήμα του νησιού, το οποίο δεν καταβυθίστηκε.
Τεταρτογενείς αποθέσεις
Η έκταση των πετρωμάτων της σειράς αυτής, τα οποία διακρίνονται, κυρίως, σε κροκαλοπαγή και σε ερυθρούς αργίλους, είναι σχετικά περιορισμένη. Τα συναντάμε στις ακτές και σε λεκάνες στην ενδοχώρα. Οι σημαντικότερες τοποθεσίες εμφάνισής τους είναι νότια της πόλης, στο Μαραθώνα και στην Πέρδικα, στην Αγ.Μαρίνα, όπως, επίσης, και στη λεκάνη, η οποία σχηματίζεται από τα όρη Κακοπέρατο, Ράικο και Όρος.
Αποσπάσματα απο τη Διατριβή του Γεωργίου Λειβαδίτη "Γεωλογικαί και γεωμορφολογικαί παρατηρήσεις επί της νήσου Αιγίνης" Αθήνα, 1974
Πασπάρα
Εκεί που σήμερα βρίσκεται το μικρό εμπορικό λιμανάκι στο Λεόντι, στη στροφή ανάμεσα στην Πλανάκο και στη Σουβάλα, όπου περνάει ο ανηφορικός δρόμος κοντά στη ΔΕΗ, υψωνόταν άλλοτε ένας μικρός λόφος, του οποίου το χώμα ήταν κατάλληλο ως πρώτη ύλη του τσιμέντου. Η περιοχή αυτή, που έμεινε με το όνομα "Πασπάρα", τράβηξε το ενδιαφέρον της εταιρίας τσιμέντων (ΑΓΕΤ) "Ηρακλής" και "Τιτάν". Ετσι το 1931 οι εταιρίες αγόρασαν το λόφο, από τη μια ο "Ηρακλής" και από την άλλη ο "Τιτάν" και άρχισε η συγκέντρωση του χώματος, ενός χώματος κίτρινου, λεπτού, που ίσως είναι η "κίτρινη άργιλος" των αρχαίων αγγειοπλαστών του νησιού. Επίσημα στοιχεία για την επιχείρηση αυτή δεν βρέθηκαν στις Αρχές της Αίγινας. Την εποχή που άνοιξε η "Πασπάρα", η Αίγινα περνούσε μια δύσκολη περίοδο φτώχειας. Οι άνθρωποι ασχολούνταν με τη καλλιέργεια των χωραφιών και γενικά με βαριές χειρονακτικές εργασίες, χωρίς ιδιαίτερες απολαβές. Ξαφνικά η εργοδοσία της "Πασπάρας", αύξησε τα τυπικά ημερομίσθια και γι' αυτό οι εργάτες (όλοι από την Αίγινα) εγκατέλειψαν τα χωράφια και έπιασαν δουλεία εκεί. Ολοι οι εργάτες ήταν ασφαλισμένοι στο "Ταμείο Μεταλλευτών". Σιγά-σιγά, το βιοτικό επίπεδο των Αιγινητών βελτιώθηκε.
Στην αρχή οι εργάτες έσκαβαν το μαλακό χώμα με κασμάδες, γέμιζαν τα ζεμπίλια, τα φόρτωναν στις πλάτες και τα άδειαζαν στο αμπάρι μικρού καϊκιού, που πλεύριζε στο μώλο του εκεί όρμου. Οταν κατά το σκάψιμο συναντούσαν πέτρα ή βράχο τα έσπαζαν με φουρνέλα και δυναμίτη. Αργότερα, η δουλειά έστρωσε και οι συνθήκες εργασίας βελτιώθηκαν. Η εταιρία εγκατέστησε σιλό, με μικρά βαγόνια, κινούμενα σε ράγες, διευκολύνοντας έτσι την εργασία των ανθρώπων που δούλευαν εκεί.
Μετά την εκφόρτωση, γινόταν η πιο πε'ρα επεξεργασία του χώματος, δηλαδή το άδειαζαν σε σιλό και από εκεί σε μύλο, που το άλεθε σε ένα πολύ λεπτό και λείο υλικό, το οποίο το ονόμαζαν "φαρίνα". Από το μύλο στεγνή η "φαρίνα" έπεφτε στον κλίβανο και, ενώ ψηνόταν, την ανακάτευαν με γύψο και το προϊόν της ήταν το λεγόμενο "κλίκερ", ένα μίγμα μαύρο σαν κάρβουνο. Το "κλίκερ" περνούσε από μύλους, που το άλεθαν και έτσι έδιναν την πρώτη ύλη του τσιμέντου.
Οταν το χειμώνα οι καιρικές συνθήκες δεν επε'τρεπαν την προσέγγιση του πλοίου, οι εργάτες συνέχιζαν την εργασία τους σκάβοντας το χώμα και γεμίζοντας το σιλό, ώσπου να αρχίσει η φόρτωση στο σκάφος. Ομως η δουλειά, επειδή εκείνη την εποχή γινόταν ιδιαίτερα σκληρή ανέβαινε η παραγωγή. Σημειώνεται ότι η ΑΓΕΤ δεν περιοριζόταν μόνο στην "Πασπάρα", άλλα ταυτόχρονα προμηθευόταν από την περιοχή της Αμφιάλης. Επειδή όμως οι συνθήκες εργασίες ήταν δύσκολες, οι απαιτήσεις των εργατών αυξήθηκαν και η παραγωγή άρχισε να μειώνεται. Τη χαριστική βολή έδωσε η ανακάλυψη στο Χαϊδάρι χώματος καλύτερης ποιότητας και με λιγότερη υγρασία. Η "Πασπάρα" θεωρήθηκε ασύμφορη για τη εταιρία και έτσι το 1951 η ΑΓΕΤ σταμάτησε οριστικά τις εργασίες της στην Αίγινα.
Η εικοσαετία που λειτούργησε η "Πασπάρα" πρόσφερε σημαντικά οφέλη στους εργάτες της Αίγινας, σε μια εποχή ιδιαίτερα δύσκολη για όλη την Ελλάδα. Καλυτε'ρεψε και οργάνωσε τη ζωή των εργαζομένων και των οικογενειών τους και βελτίωσε την οικονομική τους κατάσταση και απασχόλησε ένα σημαντικό μέρος των εργατών του νησιού. Παράλληλα όμως αυτή η ομαδική εργασία στην "Πασπάρα" συνέτεινε στην παραμέληση διαφόρων επαγγελμάτων, όπως του ψαρέματος, της καλλιέργειας των αμπελιών και των χωραφιών κλπ., με συνέπεια το νησί να στερηθείτα αγαθά από αυτούς τους τομείς εργασίας.
Αποσπάσματα απο το βιβλίο του Κ. Σταμάτη "Αίγινα" (Ιστορία - Πολιτισμός) τόμος Β' Αθήνα 1998
Τα λατομεία στην Αίγινα (3000 π.Χ. - 1980 μ.Χ.)
Ιστορικό
Στην περιοχή Βάρδια βρέθηκαν κτιστοί, μαρμαροσκεπείς τάφοι που ανήκουν στην περίοδο της ύστερης ρωμαιοκρατίας. Αυτή η θέ-ση ήταν περιοχή κατοίκησης κατά τους κλασικούς χρόνους, και κατά την ύστερη ρωμαιοκρατία μεταβάλλεται σε τόπο ενταφιασμού και έτσι μαρτυρείται η παρακμή και η συρρίκνωση της πόλης κατά τα χρόνια αυτά.
Αρχαία λατομεία εντοπίστηκαν κυρίως στο βορειότερο τμήμα του νησιού, μακριά απ' τα νεκροταφεία. Είναι γνωστό ότι οι Αιγινήτες εξήγαν πωρόλιθο κατά την κλασική εποχή, από τον οποίο και κατασκεύασαν σημαντικά κτίσματα της Αττικής.
Σημαντικό λατομείο βρέθηκε στην περιοχή Λειβάδι. Από μετρήσεις προέκυψε ότι οι ογκώδεις πωρόπλινθοι που εξορύχθηκαν, χρησιμοποιήθηκαν για τα θεμέλια του ναού του Απόλλωνα στην Κολώνα. Η μεταφορά αυτών των ογκόλιθων από το λατομείο στην Κολώνα γινόταν από τη θάλασσα. Ακόμα και σήμερα μπορεί να διακρίνει κανείς το λαξευμένο στο βράχο δρόμο για τη μεταφορά των ογκολίθων μέχρι την ακτή, όπου γινόταν η φόρτωση.
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, από την περιοχή του όρους προερχόταν η σκληρή μαυρόπετρα γνωστή και ως ανδεσίτης, την οποία οι Βενετσιάνοι μετέφεραν στις Πόρτες και την πήγαιναν στην Κρήτη όπου χρησίμευε για το χτίσιμο των φρουρίων. Ο ψηλός τοίχος ήταν βράχια, σαν καράβια, στην Παχιοράχη. Από κει έκοβαν πέτρες και τις πήγαιναν στη Κρήτη. Μέχρι την εποχή μας το Κακοπέρατο ήταν η περιοχή που έκοβαν και επεξεργάζονταν τη μαυρόπετρα για μύλους και άλλες μηχανές.
Πωρόλιθος (πουρί): Από την αρχαιότητα μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας γινόταν μεγάλη εξαγωγή πωρόλιθου. Το πουρί έβγαινε από λατομεία που υπήρχαν στην μεγάλη πεδιάδα. Το πουρί της Αίγινας ήταν τόσο γνωστό που στα χρόνια της επανάστασης, αλλά και επί Καποδίστρια, η κυβέρνηση χρησιμοποιούσε την πέτρα της Αίγινας για το κτίσιμο δημοσίων κτιρίων μέσα και έξω από το νησί. Ετσι οι αποθήκες του Πόρου χτίστηκαν με αιγινήτικο πουρί. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου εξωτερικών φακ. 111/22 Οκτωβρίου 1827, υπάρχει αναφορά του Αιδεκ, όπου ζητάει πουριά από την Αίγινα για τον πύργο του φρουρίου του λιμανιού του Πόρου. Επίσης η Γραμματεία Ναυτικών, φακ. 3/16 Νοεμβρίου 1829, ζητά πέτρες από τη Αίγινα για την κατασκευή των αποθηκών του Πόρου και στο φακ. 4/5 Δεκεμβρίου 1829, ζητούνται επίσης πέτρες από την Αίγινα για την κατασκευή του Ναυστάθμου του Πόρου.
Το αιγινήτικο πουρί χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή σπιτιών της Αίγινας, μνημείων της αρχαίων και νεότερων, αλλά και σπιτιών της Αθήνας και του Πειραιά. Οι Αιγινήτες αντλούσαν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους από το εμπόριο του πουριού (νταμαριτζήδες, καροτσέρηδες, καϊξήδες) ως τα μέσα του αιώνα μας, οπότε το πουρί αχρηστεύθηκε και τα νταμάρια έπαψαν να λειτουργούν από τη χρήση του τσιμέντου και του τούβλου στις οικοδομές.
Πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία των λατομείων στα 1907, υπάρχουν από την κυρία Κατερίνα Θανοπούλου, σύμβουλο βιβλιοθηκάριο της τράπεζας Ελλάδος, από έρευνά της για την οικονομική κίνηση της Αίγινας στην νεότερη εποχή. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, στην Αίγινα το 1907, λειτουργούσαν τα παρακάτω 12 λατομεία πωρόλιθου:
1η: Θέση Παγώνι Δήμου Αίγινας ιδιοκτησία Διονύσιος Αλυφαντής, εκμετάλλευση Βασίλειος Μηνάς.
2η: Θέση Παγώνι Δήμου Αίγινας ιδιοκτησία Διονύσιος Αλυφαντής, εκμετάλλευση Αναστάσιος
Λάζαρος.
3η: Θέση Παγώνι Δήμου Αίγινας ιδιοκτησία Διονύσιος Αλυφαντής, εκμετάλλευση Παναγής Λαδάς.
4η: Θέση Κουλιναρη Δήμου Αίγινας ιδιοκτησία Γεώργιος Λαμπριανός, εκμετάλλευση Ιω. Σιστάκης
5η: Θέση Φανταδο Δήμου Αίγινας ιδιοκτησία Αντώνης Μπε'σης, εκμετάλλευση Ηλίας Σάββας
6η: Θεση Λειβάδι Δήμου Αίγινας ιδιοκτησία Αντώνης Μπε'σης, εκμετάλλευση Ιω, Κουνελάκης
7η Θέση Λειβάδι Δήμου Αίγινας ιδιοκτησία Δημ. Ηλίας, εκμετάλλευση Ιωάννης Κουνελάκης.
8η Θέση Φανταδο Δήμου Αίγινας, ιδιοκτησία Δημ. Ηλίας, εκμετάλλευση Γεώρ. Φαναράς.
9η Θέση: Φανταδο Δήμου Αίγινας, ιδιοκτησία χήρα Χαραλ. Μαρίνη, εκμετάλλευση Ιω. Ηλιάδης.
10η Θέση Φανταδο Δήμου Αίγινας, ιδιοκτησία χήρα Χαραλ. Μαρίνη, εκμετάλλευση Διονύσιος
Μουτσάτσος.
11η Θέση Φανταδο Δήμου Αίγινας, ιδιοκτησία χήρα Χαραλ. Μαρίνη, εκμετάλλευση Γεώργιος
Σακκιώτης.
12η: Θέση Φανταδο Δήμου Αίγινας, ιδιοκτησία Μιχαήλ Μαρίνη, εκμετάλλευση Αθ. Καψάλης.
Βιβλιογραφία:
1) Ελένης Παπασταύρου, Η όλη των ιστορικών χρονών, άρθρο στήν Καθημερινή, Επτά ήμερες στις 7/9/1997, Αίγινα (ιστορία -μνημεία -τέχνη)
2) Γεωργίας Π. Κουλικούρδη, Αίγινα 1, Πιτσιλός, Αθήνα 1990
Μαρτυρία Γιώργου Μαλτέζου
Οι νταμαριτζήδες ήταν άνθρωποι με σφαιρική γνώση. Για να γίνει κάποιος νταμαριτζής έπρεπε να διαθέτει γνώσεις γεωλόγου, εμπόρου και μηχανικού. Ο Γιώργος Μαλτέζος μας ξενάγησε στο νταμάρι της Κουταλούς και από τα χιλιάδες πράγματα που μας είπε μεταφέρουμε τα παρακάτω:
Τα νταμάρια ήταν δύο ειδών: τα νταμάρια για τις οικοδομές και τα νταμάρια για την εξαγωγή της πουρόπετρας. Αυτοί που δούλευαν στα νταμάρια έπιαναν δουλειά στις πέντε το πρωί και μέχρι τη μία είχαν τελειώσει διότι από εκείνη την ώρα και έπειτα η ζέστη και ο ήλιος ήταν αφόρητα, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το χειμώνα δε δούλεναν επειδή η πέτρα "σκλήραινε". Παρ' όλο πον εκμεταλλεύονταν τη γη, υπήρχε μια φιλική σχέση μεταξύ ανθρώπου και γης. Σπάνια οι νταμαριτζήδες είχαν δική τονς γη. Σννήθως επέλεγαν το βουνό που είχε τις κατάλληλες πέτρες και αφού παζάρευαν την περιοχή με τον ιδιοκτήτη, τη νοίκιαζαν για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Το ενοίκιο πον εισέπραττε ο ιδιοκτήτης ήταν "κομματιάτικο". Αυτό σημαίνει ότι έπαιρνε τα χρήματα ανάλογα με τα κομμάτια της πέτρας που πουλιόνταν. Το ποσοστό του ήταν σννήθως το 1/10 του κέρδους που είχε ο νταμαριτζής από την πέτρα. Αν καμία πέτρα δεν πουλιόταν, τότε και ο ιδιοκτήτης δεν εισέπραττε ενοίκιο. Η τιμή της πέτρας ήταν περίπου 300 δρχ το κομμάτι.
Την εποχή της ακμής των νταμαριών υπήρχε αρκετός ανταγωνισμός μεταξύ των νταμαριτζήδων. Πολλοί από αυτούς μπορούσαν να εργάζονται στο ίδιο βουνό. Οι ίδιοι έθεταν τα όρια μεταξύ τους. Οι νταμαριτζήδες είχαν στη διάθεσή τους εργάτες τους οποίους ονόμαζαν μάστορες. Οι μάστορες παζάρευαν την αμοιβή τους και φυσικά είχαν το δικαίωμα να ζητήσουν αύξηση αν οι δουλειές πήγαιναν καλά.
Το συνηθισμένο πάχος μιας πέτρας ήταν 40-60 εκατοστά. Παρ' όλα αυτά, υπήρχαν και πέτρες τεράστιες, στο μέγεθος ενός κανονικού δωματίου! Οι μάστορες και οι νταμαριτζήδες παρατηρούσαν προσεχτικά μια πέτρα επί μέρες για να εντοπίσουν τυχόν ελαττώματα. Για παράδειγμα, αν μια πέτρα ήταν διαβρωμένη από το νερό ήταν ελαττωματική.
Οσον αφορά στη διαδικασία εξόρυξης όταν έφτανε η στιγμή να βγάλουν μία πέτρα χρησιμοποιούσαν ξύλα και λοστάρια αλλά και δυναμίτες τα τελευταία χρόνια. Μια άλλη μέθοδος ήταν η τοποθέτηση βρεγμένων ξύλινων σφηνών στις ρωγμές της πέτρας. Αν οι σφήνες έμεναν εκεί ένα ολόκληρο βράδυ, το άλλο πρωί η πέτρα θα είχε ανοίξει. Βέβαια, αυτή η μέθοδος χρησιμοποιούταν μόνο για πέτρες που διέθεταν ρωγμές. Για να κατεβάσουν τις πέτρες από το βουνό χρησιμοποιούσαν χοντρά κυλινδρικά ξύλα τα λεγόμενα "κατρακύλια".
Εφ'όσον μια πέτρα είχε εξαχθεί, άρχιζε η επεξεργασία της με εργαλεία που φυλάσσονταν σε πέτρινες αποθήκες κοντά στο νταμάρι. Τέτοια εργαλεία ήταν το πηκούνι, η βαρειά, το βελόνι, το σφυρί, τα φύλλα της σφήνας, τα οποία κατασκευάζονταν από πέταλα αλόγου, και η σφήνα, η οποία είχε τεράστια δύναμη. Με τις σφήνες, που έβαζαν στις μυλόπετρες, οι νταμαριτζήδες έκαναν κωνικά χαντάκια, που διακρίνονται ακόμα και σήμερα. Αυτή η δουλειά γινόταν επιτόπου. Υπήρχε, τέλος, και το λεγόμενο καμίνι, όπου πελεκούσαν τις μυλόπετρες.
Η δουλειά των νταμαριτζήδων δεν ήταν καθόλου εύκολη. Υπήρχε πάντα ο φόβος των ατυχημάτων, γιατί ο κίνδυνος είτε να τραυματιστούν οι άνθρωποι, είτε να καταστραφούν οι πέτρες ήταν μεγάλος. Πράγματι, έχουν αναφερθεί πολλά εργατικά ατυχήματα, που συνέβησαν στα νταμάρια. Εξάλλου, ήταν πολύ εύκολο μια πέτρα, κατά το κατέβασμά της, να κοπεί στη μέση. Εκτός από αυτό, οι μυλόπετρες χαλούσαν πολύ εύκολα.
Ενα παράδειγμα ατυχήματος είναι ο δρόμος που ανοίχτηκε στο νταμάρι κοντά στα Βροχεία, όταν μια πέτρα, που ζύγιζε γύρω στους εκατό (100)τόνους, ξέφυγε από τον έλεγχο μετά από έκρηξη δυναμιτών. Η σκέψη και μόνο ότι θα μπορούσε να έχει παρασύρει κάποιο άνθρωπο στο πέρασμά της προκαλεί ρίγη. Παρ' όλα αυτά, οι σπασμένες πέτρες, που δεν ήταν πια δυνατό να γίνουν μυλόπετρες, μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή τζακιών.
Οι πέτρες, που εξάγονταν από τα νταμάρια, πουλιόνταν σε περιοχές όλης της Ελλάδας. Μια πέτρα, που είχε εξαχθεί σε νταμάρι της Αίγινας, μπορούσε, για παράδειγμα, να πωληθεί σε πολύ μακρινές περιοχές, όπως η Κέρκυρα, η Κρήτη και η Μυτιλήνη. Για τη μεταφορά των πετρών από τη μία περιοχή στην άλλη χρησιμοποιούνταν, κυρίως, ιδιωτικά καΐκια, τα οποία δεν λειτουργούσαν με μηχανή, αλλά με πανιά, όπως αυτά των κυρίων Ανούστη και Τόγια.
Το νταμάρι, που επισκεφθήκαμε, βρίσκεται κοντά στα Βροχεία, στο βουνό Κουταλού, και ανήκε στο Γιώργο Μαλτέζο και πριν απ' αυτόν στον πατέρα του Κωνσταντίνο Μαλτέζο. Αποτελεί κλασσικό παράδειγμα παλιού νταμαριού στην Αίγινα. Η εικόνα του νταμαριού αυτού δε θυμίζει τα σύγχρονα νταμάρια, που τρώνε το βράχο και αλλοιώνουν εντελώς τη φύση και τη γύρω περιοχή. Ο δρόμος, που οδηγεί σε αυτό, έχει ανοιχτεί με τα χέρια. Οι πέτρες, που εξάγονταν από το νταμάρι αυτό, ήταν κυρίως μαυρόπετρες.
Τα πετρώματά του είναι ηφαιστειογενή και γρανιτώδη. Συναντήσαμε, επίσης, σμυρίγδι, ίδιο ακριβώς με εκείνο της Νάξου.
Δυστυχώς, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα νταμάρια καταστράφηκαν και τη θέση τους πήραν τα μεγάλα και απρόσωπα εργοστάσια τσιμέντου. Τέτοιου είδους νταμάρια δεν υπάρχουν πια στον ελλαδικό χώρο.
Μαρτυρία Παντελή Τζώνη
Ο κυρ-Παντελής γεννήθηκε , στους Τζίκηδες, ένα χωριό στα νοτιοδυτικά , της Αίγινας. Από μικρός, αγαπούσε τη γη και του άρεσε να ασχολείται μαζί με τον πατέρα του, σαν γεωργός. Σε ηλικία 19 χρονών αγόρασε και το πρώτο του χωράφι. Το 1938 δούλευε εκεί που βγάζουν την πασπάρα - όπου βρίσκεται σήμερα το παλιό εργοστάσιο της ΔΕΗ. Ήταν οι εταιρίες "Ηρακλής" και "Χάλυψ" και ο "Ζέρβας". Τότε το ημερομίσθιο ήταν 60 δρχ, το άσπρο ψωμί 10 δρχ και το μαύρο το πιτυρούχο 8 δρχ. Δούλευαν τότε 80 άτομα σε δυο βάρδιες. Καράβι έρχονταν καθημερινά. Βγάζανε 800 τόνους την ημέρα απ’ όπου έφτιαχναν τα τσιμέντα. Είχαν ωραία οργάνωση και Ζέρβας ήταν πολύ ευχαριστημένος από την δουλειά τους. Η δουλειά όμως έκλεισε. Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος, τα πολλά τσιμέντα τα τράβαγε η Γερμανία. Η κήρυξη του πολέμου τον βρήκε ναύτη στον Πόρο και η απελευθέρωση στην ταξιαρχία του Ρίμηνη ως λοχία. Αγωνιζόμενος για την πατρίδα πήρε 3 παράσημα και όταν απολύθηκε ξαναγύρισε στην Αίγινα. Όταν επέστρεψε στο νησί αμέσως άρχισε ν’ ασχολείται με τη πέτρα. Ήθελε όμως να είναι μάστορας δεν ήθελε να είναι εργάτης. Πήγε λοιπόν στα νταμάρια, στο Κακοπέρατο στην Αιγινήτισα, που τα είχε ο Γιάννης ο Μαλτέζος. Ένας άνθρωπος που τον βοήθησε πολύ τον ίδιο αλλά και άλλους πετράδες ήταν ο Γιάννης ο Θεοδοσίου, που έφτιαχνε και τα εργαλεία τους .
Ο κυρ Παντελής θυμάται πώς έσχιζε την πέτρα. Η δική του η σφήνα - λέει - ήταν πιο βαθιά. Ποτέ του δεν έβαλε φουρνέλο γιατί αν βάλεις δυναμίτη, καταστρέφεται η πέτρα. Την πέτρα την έκοβαν ως εξής: έβαζαν σφήνες από στεγνό ξύλο σε ρωγμές της πέτρας και μετά πότιζαν το ξύλο με πολύ νερό. Το ξύλο φούσκωνε και ράγιζε τη πέτρα που όπως έλεγαν την επόμενη μέρα η πέτρα είχε "τριχιάσει". Ακούγεται - λέει ο κυρ Παντελής – πού πονάει η πέτρα πού τρίζει. Τις ξύλινες σφήνες δεν τις έβαζαν απευθείας στη ρωγμή αλλά τοποθετούσαν πρώτα μεταλλικά φύλλα από πέταλα αλόγου στα τοιχώματα και ανάμεσα τους έμπηγαν τη σφήνα – αλλιώς η σφήνα θα έβρισκε αντίσταση και δεν θα εισχωρούσε βαθιά. Έτσι έπιανε μεγαλύτερη επιφάνεια – συνήθως 4 - 5 φύλλα - κι αυτά "καργάρανε". Δεν ήταν βέβαια τυχαίο ότι ο κυρ Παντελής ήταν ο καλύτερος στη χρήση της σφήνας. Ο,τι έφτιαχνε, το έκανε με αγάπη και μεράκι, το έβλεπε σαν ένα κομμάτι του εαυτού του. Αγαπούσε αυτή τη δουλειά και έβαζε τη ψυχή του. Δημιουργούσε. Στην δουλειά αυτή ο κυρ Παντελής έμεινε 25 ολόκληρα χρόνια κι άλλαξε μόνο 2 αφεντικά. Το χέρι του ήταν το πιο σταθερό και μπορούσε να πελεκάει τη πέτρα σ’ ότι διαστάσεις ήθελε. Κεντράριζε τις μυλόπετρες, γιατί αν δεν κεντράριζε δεν θα έβγαιναν σωστές οι διαστάσεις, έκανε λοιπόν μισή τρύπα στο κέντρο που το έβρισκε πάντα μόνος του κι όχι ο μηχανικός.
Η εργασία του ήταν εποχιακή. Συνήθως έπιαναν δουλειά αρχές Μαρτίου και τέλειωναν αρχές Νοεμβρίου. Μετά έμπαιναν στο ταμείο ανεργίας. Το 1960 ήρθε το ΙΚΑ στην Αίγινα κ’ άρχισε να βάζει ένσημα. Τέλειωσε τη δουλειά του κι άρχισε να ασχολείται με τα χωράφια και τα δέντρα που περιποιούνταν σαν παιδιά του. Έχει φυτέψει 400 ελιές και γύρω στα 1000 άλλα δέντρα δικά του και ξένα. Πολλά από αυτά τα βρίσκουμε στο κτήμα των Dumas στην Παχειοράχη της Αίγινας. Όλα τα δέντρα – λέει ο κυρ Παντελής – είναι δικά μας. Πρέπει να φυτέψουμε δέντρα για να τα έχουν και άλλοι μετά από εμάς. Ο κυρ Παντελής είναι σίγουρος πως όταν τον δουν εκείνα τα δέντρα θα κινηθούν, θα το νιώσουν.
Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός από τότε που πήρε σύνταξη και οι πέτρες άρχισαν να τον καλούν να τον "κράζουν", όπως μας είπε κι ο ίδιος.
Άρχισε σιγά – σιγά να ξαναασχολείται μαζί τους φτιάχνοντας τζάκια. Γνώριζε την πέτρα πολύ καλά αλλά δεν ήξερε πώς να χτίζει τζάκια. Ξεκίνησε χτίζοντας το δικό του, τα κατάφερε. Μετά του ζήτησαν ένα τζάκι και μια είσοδο. Ζήτησε κάποια σχέδια, αλλά είχε όπως ομολογεί και ο ίδιος τρομερή εμπιστοσύνη στον εαυτό του και πείσμα. Δεν τον τρομάζει η δουλειά και η κούραση αρκεί στο τέλος να τα κατάφερνε. Αναφέρει πάνω σε αυτό χαρακτηριστικά, πως μια φορά, που του έλειψε ένα πετραδάκι στενοχωρήθηκε και αγχώθηκε τόσο πολύ που δεν δίστασε να ξαναπελεκήσει όλες τις πέτρες από την αρχή για να έχει το αποτέλεσμα που ήθελε και που ήταν αισθητικά ωραίο.
Έφτιαξε επίσης και πολλές γούρνες από μαύρη κυρίως πέτρα. Μια από αυτές είχε γίνει εικονοστάσιο στο εκκλησάκι του Χατζόπουλου. Άρχισε σιγά – σιγά να φτιάχνει διάφορα αντικείμενα όπως ανθέμια καρδιές κ.λ.π. Ο,τι έβλεπε το μάτι του προσπαθούσε να το αποτυπώσει πάνω στη πέτρα. Δούλευε με πρωτόγονα μέσα, μόνο με το σφυρί του και τίποτα άλλο. Ο ίδιος λέει: "ο Καπράλος δούλευε τον πωρόλιθο που ήταν μαλακός εγώ όμως έχω τη πέτρα για να βροντάει το σφυρί και να ακούγεται", "το κάθε σφυρί έχει το δικό του ήχο. Ορχήστρα ολόκληρη μπορούν να κάνουν τα σφυριά".
Ο ίδιος είναι ευχαριστημένος με όσα έχει φτιάξει μέχρι τώρα. Πολλά από τα τελευταία του έργα βγήκαν έξω από τα σύνορα της πατρίδας μας, πήγαν στο εξωτερικό. Κατάφερε να διδάξει τη τέχνη του και σε άλλους μαστόρους.
Ο κυρ Παντελής παρά τα 80 του χρόνια και τα προβλήματα υγείας με τα πόδια του έχει την όρεξη να δημιουργήσει ακόμα. Πιστεύει πως κάποια στιγμή θα ξαναγυαλίσει το σφυρί του. "Σφυρί βελόνι και πέτρα θέλω μόνο κανένα άλλο εργαλείο".
Από την Αίγινα έφυγαν καΐκια, για την Κρήτη με πέτρα απ' το Αλμπάνι και για την Μυτιλήνη μετέφεραν πέτρες από γρανίτη για τα λιοτρίβια. Στην Αίγινα υπήρχε ο τραχίτης, που ήταν και η πιο σκληρή και η πιο δύσκολη πέτρα. Για αυτό και η πιο κοπιώδης δουλειά ήταν με τον τραχίτη. Τα πρόσωπα των πετράδων ήταν όλα χτυπημένα από τα πελεκούδια και τα χέρια τους φαγωμένα από το πελέκημα. Αντίθετα το μάρμαρο ήταν εύκολο υλικό. Ο κυρ Παντελής αναφέρει χαρακτηριστικά ότι το 1934-35 οι ιδιοκτήτες των νταμαριών για να σπάσουν τα μεροκάματα έφερναν εργάτες από την Τήνο αλλά πολύ γρήγορα τα παρατούσαν και έφευγαν γιατί δεν άντεχαν τη δουλειά. Θυμάται το 49 το ημερομίσθιο να είναι 20 δρχ και το αλεύρι να έχει 4δρχ η οκά. Το '60 που ήρθε το ΙΚΑ στην Αίγινα τους πρώτους που έπιασε ήταν στα νταμάρια λόγω του επικίνδυνου του επαγγέλματος. Το '80 που βγήκε στη σύνταξη το μεροκάματο ήταν 500δρχ.
Αρχέγονοι Αιγινήτικοι Οικισμοί
Η ιστορία της Αίγινας αρχίζει σ' ένα κοντινό, μεγάλο και ισόπεδο βραχώδη λόφο, που χωρίζει μια φαρδιά πεδιάδα που εκτείνεται στα νότια ως την άκρη του νησιού, από ένα μικρό όρμο στα βόρεια. Σ' αυτό το ακρωτήρι, βρίσκεται η παλαιότερη Αίγινα. Σήμερα αυτός ο λόφος ονομάζεται "Κολώνα". Είναι ένα βραχώδες ύψωμα, με απότομες πλαγιές, ανάμεσα σε στενά δρομάκια, μια σειρά τείχη φτιαγμένα από πλιθιά, λιθάρια και πουρί, που μαρτυρούν την παρουσία έντεκα χωριών της τρίτης & δεύτερης χιλιετίας π.Χ. Στην ανατολική πλευρά βρίσκονται ακόμη οχυρωματικά τείχη που μάλιστα φτάνουν τα τέσσερα μέτρα ύψος.
Ακόμα κι όταν οι κάτοικοι εγκατέλειψαν το ακρωτήρι για να εγκατασταθούν στο νότιο όρμο που τους έδινε μεγαλύτερη άνεση χώρου, δεν τελειώνει η ιστορία του. Ο χώρος των θνητών γίνεται χώρος των θεών.
Πάνω στα ερείπια του τελευταίου οικισμού διαμορφώνεται το ιερό, όπου εκεί λάτρεψαν μια θεότητα συγγενή με τον Απόλλωνα. Ο χώρος είναι πια ιερός και γεμάτος θεϊκή παρουσία.
Η "Κολώνα" μοιάζει με φυσικό οχυρό. Ο λόφος, δεν είναι ούτε πολύ ψηλός, ούτε πολύ χαμηλός και έχει το κατάλληλο ύψος για όλες τις ανάγκες. Πώς να μην θελήσουν οι πρώτοι οικιστές να χρησιμοποιήσουν τα φυσικά αυτά χαρίσματα!
Οι Αιγινήτες χτίζανε κάθε νέο χωριό πάνω στο παλιό και δεν χρειάστηκε να επεκταθούν για αιώνες. Ανακαίνιζαν βέβαια κάθε τόσο τα αμυντικά τους τείχη, γκρε'μιζαν τα παλιά και έχτιζαν έτσι πάνω στα παλιά, τα νέα. Πολύ σπάνια οι άνθρωποι της "Κολώνας" αφαιρούσαν ένα τοίχο. Έτσι, τα νέα τείχη βρέθηκαν πάντα συνδυασμένα με τα παλιά. Με αυτό τον τρόπο υπήρξε συνεχής εξέλιξη και ε'να περίπλοκο οχυρωματικό σύστημα.
Το πότε έφτασαν οι πρώτοι εποικιστές στο νησί δεν το ξέρουμε. Τα όστρακα των σπασμένων αγγείων, μας οδηγούν στην αρχή της τρίτης χιλιετίας π. Χ. Τα κίνητρα για να ριζώσουν σ' αυτό το βραχότοπο ήταν πολλά. Το με'ρος είχε απόκρημνες πλαγιές που ήταν φυσικά οχυρώ-ματα, οι άκρες των βράχων ήταν κατάλληλες για να χτιστούν πάνω τους τείχη, οι γύρω περιοχές ήταν εύφορες. Ο λόφος εξάλλου είχε και νερό, όπου τα φωτεινά, καστανόχρωμα στρώματα της γης, ανάμεσα στις πλάκες ασβεστόλιθου που αποτελούσαν το πέτρωμα του ακρωτηρίου, κατέβαζαν το βρόχινο νερό και έτσι εισχωρούσε μέσα στους βράχους και μπορούσε να συγκεντρωθεί. Για όλους αυτούς τους λόγους οι άνθρωποι έμειναν εδώ και εγκαταστάθηκαν κι έχτισαν σπίτια. Ενα χωριό, λοιπόν, γεννήθηκε.
Για την ασφάλεια τους, περιέφραξαν τον τόπο τους μ' ένα ανυ-ψωμένο πρόχωμα, μια τάφρο ή μ' ένα φράχτη, ή μια μάντρα από πέτρες και λάσπη, για να προστατευτούν από ληστρικές επιθέσεις ή για να είναι ήσυχοι τη νύχτα από τα άγρια θηρία. Το τείχος θα τους προστάτευε!
Η πύλη είναι η είσοδος του χωριού. Μέσα στην κοιλότητα μιας σκληρής πέτρας περιστρέφεται ο ξύλινος πάσσαλος με το πορτό-φυλλο. Το κατώφλι είναι το οριακό σημείο ανάμεσα στον εσωτερικό και εξωτερικό κόσμο. Πόσο σπουδαίο είναι το κατώφλι! Ο εχθρός που θα το διαβεί εισβάλλει στον οργανωμένο χώρο ενός χωριού, προσβάλλει την τάξη που δεν αφορά τον ίδιο. Όχι τυχαία ονομάστηκε αργότερα "Λίθινη Ουδός" (Πέτρινο κατώφλι), είναι από τους παλαιότερους ναούς του Απόλλωνα στους Δελφούς.
Σ' όλη τη διάρκεια των προϊστορικών χρόνων, τα υλικά δόμησης δεν άλλαξαν. Οι άνθρωποι έχτιζαν τα σπίτια τους με πέτρες και ωμές πλίνθους και τα συνέδεαν μ' ένα μίγμα από λάσπη. Κάθε χτίσμα από πέτρα είτε πηλό, ήταν πρόσθετα περασμένο εξωτερικά μ' ένα στρώμα λάσπης που θα το προστάτευε από τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Πραγματικά όμως αδιάβροχο γινόταν το χτίσμα μόνο όταν ήταν ασπρισμένο.
Στην Κολώνα δε στέκει σήμερα πια κανένα σπίτι όρθιο μέχρι τη σκεπή, έχει διασωθεί μόνα η λίθινη κρηπίδα τους και πολλές φορές και μια σειρά ωμές πλίνθοι στρωμένες από πάνω. Πολλές φορές τα ερείπια ενός σπιτιού μας δίνουν πληροφορίες για την ανωδομή και τον τρόπο κατασκευής της στέγης. Συνήθως το αιγινήτικο σπίτι ήταν χτισμένο κατά τα τρία τέταρτα με ωμές πλίνθους, μόνο το κάτω μέρος, η βάση-κρηπίδα, ήταν θεμελιωμένο με πέτρα.
Οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν για να χτίσουν ό,τι έβρισκαν ξέροντας όμως καλά τις ιδιότητες του κάθε υλικού. Γι' αυτό λοιπόν προτιμούσαν για δάπεδο τον πατημένο πηλό, αφού άνετα περπατά κανείς πάνω του και δεν αφήνει τις υγρασίες να περάσουν. Οι ωμές πλίνθοι ήταν καλύτερο υλικό για τους τοίχους, αφού κρατάνε ζέστη το χειμώνα και δροσιά το καλοκαίρι. Τα τούβλα εξάλλου επειδή αναπνέουν, όπως ο άνθρωπος κλείνουν τους πόρους τους, όταν έχει υγρασία και κρύο και τους ανοίγουν πάλι, όταν έχει ξηρασία. Τέλος κάτω από την στέγη τοποθετούσαν φύκια που ήταν τόσο υγιεινά για το αναπνευστικό σύστημα.
Δημιουργείται, λοιπόν, το "Σπίτι τον Ανθρώπου" και δικαιολογείται αυτή η ονομασία του, αφού προστάτευε την υγεία του και ανταποκρινόταν σ' όλες τις ζωτικές του ανάγκες. Κάτω από τα θεμέλια του ναού του Απόλλωνα βρίσκεται το πρώτο χωριό της Κολώνας, ο πρώτος οικισμός (μέχριτο 2500 π. Χ), πάνω στο βράχο. Τα σπίτια είναι μεγαροειδή ή με ελλειψοειδή ή κυκλική κάτοψη. Στην Κολώνα βρέθηκε το "Σπίτι των Πασσάλων" που ήταν χτισμένο με ξύλο και πυλό, χωρίς πέτρα και τούβλα.
Στον δεύτερο οικισμό της Κολώνας (2500-2400 π.Χ) χτίστηκαν στενόμακρα σπίτια με ισχυρούς τοίχους. Ένα σπίτι είχε διπλούς εξωτερικούς τοίχους και πάνω τους στηριζόταν ένας δεύτερος όροφος. Οι ορθογώνιοι τοίχοι και η εσωτερική διαίρεση σε δωμάτια παρατακτικά οργανωμένα είναι πολύ συνηθισμένος τρόπος. Ένας τέτοιος οικισμός θα πρέπει να είχε ένα αμυντικό τείχος.
Η τεχνική της οικοδομίας δεν άλλαξε στον τρίτο οικισμό (2400-2300 π.Χ). Οι κάτοικοι της "Κολώνας" εξακολουθούσαν να χτίζουν με λιθάρια, πώρινα και ηφαιστειογενή πετρώματα που τα στερέωναν με πηχτή λάσπη. Πάνω στην πέτρινη βάση στηριζόταν η ανωδο-μή από ωμε'ς πλίνθους. Ξύλινοι πάσσαλοι λειτουργούσαν σαν συνδετικοί αρμοί από τοίχο σε τοίχο. Τα σπίτια μεγάλα, οι τοίχοι είναι ισχυροί και ίσιοι, όλες οι γωνίες ορθές ακόμα και σήμερα! "Ασπρο σπίτι" είναι το παρατσούκλι αυτού του μοντέλου σπιτιού, γιατί ήταν σοβαντισμένο άσπρο. Το "Ασπρο σπίτι" ήταν ένα σπίτι με στέγη σαμαρωτή και χωρίς οροφή.
Βόρεια του "Ασπρου σπιτιού" βρίσκεται το "Σπίτι του Βαφέα" με απλή κάτοψη, που πήρε το όνομά του από τα κοχύλια της πορφύρας που βρέθηκαν εκεί μέσα. Ανάμεσα τους το "Σπίτι των πιθαριών" που πήρε το όνομά του από τα πιθάρια που βρέθηκαν εκεί.
Η μοίρα του τρίτου οικισμού είναι άγνωστη. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κάτι ανάγκασε τους ανθρώπους του κατοπινού οικισμού να στήσουν ένα χυτήριο μετάλλου πάνω στον κεντρικό χώρο του "Άσπρου σπιτιού". Θα ήταν τουλάχιστον περίεργο, να ερημωνόταν ένα τέτοιο σπίτι χωρίς σοβαρούς λόγους το πιθανότερο είναι να είχε όντως καταστραφεί μαζί με άλλες κατοικίες.
Από τον τέταρτο οικισμό (2300-2200 π.Χ) βρέθηκαν μόνο λίγα ίχνη όπως η ακρογωνιά ενός σπιτιού, η λιθόχτιστη κρηπίδα που είχε απομείνει από το γκρεμισμένο "Ασπρο σπίτι"με τα πρόσθετα κτίσματα για εργαστήρια. Γι' αυτό δεν μπορεί ακόμα να ξεκαθαριστεί με σιγουριά το οικιστικό του σύστημα. Σίγουρα όμως δεν θα ήταν ένας ασήμαντος οικισμός και μόνο η εγκατάσταση ενός χυτηρίου χαλκού, μαρτυρεί ακμή.
Ενας οικισμός μπορεί να ονομαστεί πόλη, όταν τα σοκάκια και οι δρόμοι οργανώνουν τα σπίτια σε οικιστές ενότητες, σε τετράγωνα. Αυτό έγινε στον πε'μπτο οικισμό(2200-2050 π.Χ). Ο κυριότερος τύπος σπιτιού σ' αυτόν τον οικισμό ήταν το μονόροφο σπίτι, με δυο ως τρία δωμάτια πίσω από έναν ανοιχτό "πρόδρομο". Σε μια γωνιά του μεσαίου δωματίου βρισκόταν συνήθως η εστία. Ένα είναι το σπίτι που ξεχωρίζει: Εχει οξυκόρυφο τόξο και είναι χτισμένο με πέτρα ως επάνω. Οι κάτοικοι της "Κολώνας" έχτιζαν με ακανόνιστες πέτρες που εύρισκαν στους αγρούς ή έσπαζαν από βράχους.
Τα σπίτια προστατεύονταν γΰρω-γύρω μ' ένα αμυντικό τείχος. Η τοιχοδομία με μια πέτρινη βάση και ωμές πλίνθους στο πάνω μέρος, δεν διαφέρει από την τοιχοδομία των σπιτιών.
Κάποια μέρα του έτους 2050 π.Χ, επιτέθηκαν ξένοι στο χωριό κι έβαλαν φωτιά που δεν έσβησε ούτε με νερό, ούτε με χώμα. Εγινε μια πραγματική απανθράκωση: Μαρτυρίες τα καπνισμένα αγγεία και η καπνίλα στους πέτρινους τοίχους όλων σχεδόν των σπιτιών. Οι πλίνθινοι τοίχοι από καστανόχρωμοι είχαν γίνει γκριζόασπρες στάχτες. Μόνο τα πέτρινα κρηπιδώματα των σπιτιών και του τοίχους αντιστάθηκαν στην καταστροφή.