του Θάνου Γιαννούδη (μέλους Οικολόγων Πράσινων, Δικτύου Ριζοσπαστικής Οικολογίας)
Η συνεργασία που αποφάσισε ο χώρος της πολιτικής Οικολογίας με τη ριζοσπαστική Αριστερά, συμμαχία αντεπίθεσης και ανατροπής για τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου έτυχε ιδιαίτερα θερμής υποδοχής από τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ, προκάλεσε όμως προβληματισμό σε ένα τμήμα ανθρώπων που κινούνται κοντά στο δικό μας χώρο και το δικό μας ιδεολογικό ακροατήριο. Η ένσταση των ανθρώπων αυτών έγκειται στο αν η πράξη αυτή αποτελεί εντέλει πισωγύρισμα για έναν χώρο που διατείνεται πως έχει ξεπεράσει τα σύνορα Αριστεράς-δεξιάς (συνειδητά το πρώτο με κεφαλαίο, το δεύτερο με μικρό) και κοιτά προς το μέλλον, αφήνοντας στην άκρη διαχωρισμούς που δεν ανταποκρίνονται στις διαρκώς μεταβαλλόμενες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. Έχουν, όμως, έτσι τα πράγματα;
Οι ζυμώσεις που ακολούθησαν το γαλλικό Μάη του 68 και γέννησαν μεταξύ άλλων και το ριζοσπαστικό χώρο των Πρασίνων δηλώνουν την κοινή μας μήτρα με την Αριστερά. Ο πράσινος χώρος θέλησε -και ορθώς κατά τη γνώμη μου- από τα γεννοφάσκια του να υπερβεί αγκυλώσεις και δογματικές αρτηριοσκληρώσεις του αριστερού χώρου και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα στην ολότητα και την παγκοσμιότητά τους, σκεπτόμενος πλανητικά και δρων τοπικά και ξεπερνώντας τους ταξικούς διαχωρισμούς στην προσπάθειά του να σώσει όσο το δυνατόν περισσότερο από το αύριο που μάς κλέβουν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να κοιτάζουν κάποιοι από μας ως ένα βαθμό την Αριστερά σαν το μικρό μας ξαδελφάκι που δεν μεγάλωσε, ή ακόμα -για να κάνουμε και λίγο χιούμορ- όπως η πεταλούδα την κάμπια ή όπως οι Χριστιανοί τους Εβραίους που δεν αναγνώρισαν το Μεσσία. Τέτοια θέαση, ωστόσο, υποκρύπτει εξ ορισμού κι έναν ελιτισμό από την πράσινη πλευρά, ανεπίτρεπτο ως προς τις καταβολές και τις αρχές της, ενώ συμφέρει κι όσους προσπαθούν να παρουσιάσουν τους Πράσινους ως χώρο των διανοούμενων ή μιας ”ελίτ”.
Το πέρασμα των χρόνων, ακόμα, έδειξε πως οι Πράσινοι δεν κατόρθωσαν ούτε να αφήσουν την Αριστερά στο παρελθόν αντικαθιστώντας την ούτε να αποφύγουν στο εσωτερικό τους τάσεις ενσωμάτωσης στο σύστημα που εκδηλώθηκαν και με ορισμένες εξαιρετικά λανθασμένες επιλογές (βλ. Γιουγκοσλαβία). Με την ακραία πολιτική της λιτότητας να μαστίζει την Ευρώπη και να απειλεί να συντρίψει το ευρωπαϊκό μας όνειρο (να κι ένα ακόμα κομμάτι που διαφωνούμε με τμήμα της Αριστεράς που αρέσκεται στην απομόνωση), οι Ευρωπαίοι Πράσινοι άφησαν στην άκρη τις ακίνδυνες για τον αστισμό περιβαλλοντικές καμπάνιες και βγήκαν μπροστά για την ανατροπή της πολιτικής που διασπά την Ευρώπη κι εξευτελίζει τις χώρες του Νότου. Η ευρωπαϊκή ομάδα της Αριστεράς αποτελεί πολύτιμο σύμμαχο στη μάχη αυτή που ακόμα μαίνεται. Πανευρωπαϊκά, οι Πράσινοι ανασυγκροτούνται κι ανακάμπτουν, ενώ η απίστευτη επιτυχία του 5% -εξωπραγματικό ποσοστό για τρίτο κόμμα- στην περιφέρεια της Νέας Υόρκης στις πρόσφατες εκλογές δείχνει πως μια νέα γενιά Πράσινων ριζοσπαστών βρίσκεται προ των πυλών κι από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Στον ελλαδικό χώρο, τώρα, το πείραμα των Οικολόγων Εναλλακτικών είχε κατορθώσει να εκπροσωπηθεί στη Βουλή πριν από δυόμιση δεκαετίες (όταν ο αρθρογράφος γεννιόταν), ανανεώνοντας τον τετριμμένο κοινοβουλευτικό λόγο και στηλιτεύοντας τους θεατρινισμούς και την υποκρισία. Η ρετσινιά του ”γραφικού” και του ”περιθωριακού” που ”αφήνει λύκους και αρκούδες”, ”προδίδει το έθνος” κι άλλες τέτοιες κουταμάρες ήρθε ως άμεση αντίδραση από ένα σύστημα που ποτέ δεν ήξερε πώς ακριβώς να χειριστεί τους Οικολόγους κι ερχόταν έτσι σε μεγάλη αμηχανία, αφού ούτε τού έδιναν δικαίωμα να ενεργοποιήσει τους καλά οργανωμένους μηχανισμούς καταστολής του ούτε όμως τό άφηναν σε χλωρό κλαρί να δρα ανενόχλητο. Η Οικολογία της Ελλάδος και οι Οικολόγοι Πράσινοι είναι ξεκάθαρα ο μεγάλος αδικημένος των τελευταίων χρόνων, με το καλπονοθευτικό σύστημα να τούς αρνείται δις και για λίγες μόλις ψήφους την είσοδο στη Βουλή, ενώ η εναλλακτικότητα των δράσεων και των προτάσεών τους ξεχώριζε σαν τη μύγα μες στο γάλα. Οι Οικολόγοι δεν είναι οι συνασπισμένοι γραφικοί κι αποσυνάγωγοι του κόσμου τούτου όπως συμφέρει σε κάποιους να τούς παρουσιάζουν, αλλά οι πρώτοι πολίτες του κόσμου που θα ‘ρθει κι ως τέτοιοι δρουν κι αντιμετωπίζουν τόσο την πολιτική όσο κι εν γένει τη ζωή τους, ούτε είναι ακίνδυνοι (για να απαντήσω και σε ορισμένα πυρά εξ αριστερών) για το σύστημα, αφού το έχουν ήδη κάνει παρελθόν στη ζωή και τη δράση τους.
Ανταποκρινόμαστε, λοιπόν, θετικά στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για συμπόρευση, όχι για να αθροίσουμε ποσοστά ούτε για τις ”καρέκλες”, αλλά για να έχουμε πια συγκεκριμένο λόγο στη διαμόρφωση του αύριο. Αναγνωρίζουμε πως η αθλιότητα της δημοσιονομικής πειθαρχίας επιβάλλεται να λάβει κάπου εδώ τέλος και η επόμενη μέρα να συναποφασιστεί από τους ενεργοποιημένους πολίτες (που αν περιμένουν άπρακτοι μια απλή εναλλαγή στη διαχείριση της εξουσίας, τότε το παιχνίδι έχει χαθεί). Η συνάντηση των δύο χώρων είναι μια ευκαιρία να κοιταχτούν στα μάτια, να δουν τι πορείες έχουν πάρει και πού έχουν κάνει λάθη, πού η Αριστερά έχασε το δάσος εστιάζοντας στα επιμέρους δέντρα και πού οι Οικολόγοι άμβλυναν κάποιες οξείες γωνίες τους. Η συμπόρευσή μας δεν αποτελεί κανενός είδους πισωγύρισμα, παρά μια χρυσή ευκαιρία να αλληλομπολιαστούμε και να συνδιαμορφώσουμε το μέλλον, με προφανέστατη και διαυγή τη διακριτότητα και την πορεία του καθενός.
Με την ευχή να αποτελέσει τον προάγγελο της κοινωνίας και της Ευρώπης που έρχεται, η συνεργασία Οικολόγων Πράσινων – ΣΥΡΙΖΑ ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο πανευρωπαϊκά στη σχέση των δύο πολιτικών χώρων κι ίσως ξαναδίνει στους Πράσινους μια ορμή σαν αυτή που τούς γέννησε, ενώ βοηθά και την Αριστερά να ξεπεράσει φαντάσματα του παρελθόντος. Με πλήρη συναίσθηση πως ο κόσμος δεν τελειώνει με κάθε δύση του ήλιου και πως οι πράξεις και οι αποφάσεις μας επηρεάζουν και τα επόμενα γρανάζια στον αέναο κύκλο της ζωής, ξεκινάμε για μια προσπάθεια που επιβάλλεται να είναι νικηφόρα. Και θα είναι!